(Φωτό: Τα απομεινάρια του φημισμένου Σπόρτινγκ Κλαμπ στην προκυμαία της Σμύρνης μετά τη μεγάλη πυρκαγιά.)
Φέτος συμπληρώνονται 90 χρόνια από την ίδρυση της πόλης μας.
Μέσα απ’ αυτή τη σελίδα, θα κάνουμε μια αναδρομή (σε συνέχειες) στην ιστορία, όχι μόνο της πόλης μας, αλλά και της Σμύρνης, απ’ όπου ξεκίνησαν όλα.
Θα ξεκινήσουμε από τα προϊστορικά χρόνια και θα φτάσουμε στο σήμερα…
Οδηγός μας, το Λεύκωμα της πόλης μας «Νέα Σμύρνη, από την καταστροφή στη δημιουργία», του οποίου η δεύτερη έκδοση κυκλοφόρησε πριν από λίγους μήνες.
Οι πρόσφυγες στην Ελλάδα
Κάτω από τις συνθήκες αυτές (κοινωνική απομόνωση) διατηρήθηκαν τα ιδιαίτερα κοινωνικά και πολιτιστικά στοιχεία, τα οποία συνέθεταν την προσφυγική ιδιαιτερότητα.
Η τραυματική εμπειρία του ξεριζωμού, η αβεβαιότητα της επιβίωσης, το όνειρο της επιστροφής στον χαμένο παράδεισο, έδρασαν ως τροχοπέδη στην ενσωμάτωσή τους στην ελληνική κοινωνία. Χρειάστηκαν πολλά χρόνια, καθώς και η καταλυτική επίδραση των γεγονότων της δεκαετίας του 1940, προκειμένου να σβήσει η διαχωριστική γραμμή μεταξύ γηγενών και προσφύγων.
Η απότομη αύξηση του πληθυσμού της Ελλάδας κατά 18%, μετέβαλε ριζικά τις διαδικασίες αστικοποίησης.
Το 1927 στις τρεις μεγάλες πόλεις –Αθήνα, Πειραιά και Θεσσαλονίκη– είχε εγκατασταθεί το 60% των αστών προσφύγων.
Ο αριθμός των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής της πρωτεύουσας διπλασιάστηκε στο διάστημα 1920-1928, ενώ μαζί με το πολεοδομικό συγκρότημα της Θεσσαλονίκης συγκέντρωναν το 17% του συνολικού και πάνω από το μισό του αστικού πληθυσμού της χώρας.
Η χωροταξική πολιτική που υιοθέτησε η Ε.Α.Π. στην Αθήνα άλλαξε ριζικά το μοντέλο οικιστικής ανάπτυξης της ευρύτερης περιοχής της πρωτεύουσας.
Αμέσως μετά το 1922, η Αθήνα και ο Πειραιάς περιτριγυρίστηκαν από προσφυγικούς συνοικισμούς και σταδιακά συνενώθηκαν σε ενιαίο πολεοδομικό συγκρότημα. Ο ηθελημένος γεωγραφικός και κοινωνικός διαχωρισμός αποτυπώνεται στον πολεοδομικό χώρο, αφού οι 12 κύριοι και οι 34 μικρότεροι προσφυγικοί συνοικισμοί οι οποίοι δημιουργήθηκαν στην περιοχή της πρωτεύουσας κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου, απείχαν από ένα μέχρι τέσσερα χιλιόμετρα από τα όρια της έως το 1922 δομημένης περιοχής.